Στο νησι των Σειρηνων
Μετά τον εξαγνισμό από την Κίρκη, οι Αργοναύτες συνέχισαν το ταξίδι τους και φθάσανε στον τόπο όπου βρίσκονταν οι Σειρήνες. Οι Σειρήνες, γυναίκες από τη μέση και κάτω με ουρά ψαριού, κατοικούσαν ένα νησί στην Τυρρηνία που ονομάζονταν Ανθεμούσα, και ήταν γεμάτο από λουλούδια. Καθώς πλησίαζε ένα πλοίο, άρχιζαν ένα γοητευτικό τραγούδι που μαγνήτιζε τους ναυτικούς και τους έκανε να βουτήξουν στη θάλασσα για να τις συναντήσουν, με αποτέλεσμα να πνίγονται στη θάλασσα ή να πεθαίνουν από την πείνα και τη δίψα, αφού ακούσουν την μελωδία τους.
Ο Κένταυρος Χείρωνας είχε συστήσει στον Ιάσονα να πάρει μαζί του τον Ορφέα, καθώς ήταν ο μόνος που με το τραγούδι του και το μελωδικό παίξιμο της λύρας του μπορούσε να παρακάμψει τη γοητεία των Σειρήνων. Όταν η Αργώ έφθασε κοντά στο νησί τους, οι Σειρήνες ξεκίνησαν το γοητευτικό τραγούδι τους.
Παράλληλα, ο Ορφέας άρχισε να τραγουδά και να παίζει τη λύρα του, βγάζοντας ένα μελωδικό ύμνο που εμπόδιζε τους Αργοναύτες να παρασυρθούν από τα μαγικά ακούσματα των Σειρήνων. Μόνο ο Βούτης, γιος του Τελέοντα από την Αθήνα, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον πειρασμό και βούτηξε στη θάλασσα για να συναντήσει τις Σειρήνες. Ωστόσο, η θεά Αφροδίτη τον έσωσε από τη μοίρα του και τον έφερε στο Λιλύβαιο της Σικελίας, όπου τελικά τον παντρεύτηκε και γέννησε τον Έρυκα.
Η Σκύλλα, με τα έξι κεφάλια και τα δώδεκα πόδια, ήταν ένα τρομακτικό πλάσμα που αρπάζοντας και καταβροχθίζοντας τους ναυτικούς που πλησίαζαν, προκαλούσε ανίκητο τρόμο. Η Χάρυβδη, από την άλλη πλευρά, αναπαριστούσε έναν πελώριο θηρίο που διαμόρφωνε τα κύματα σε μια περιστροφική δίνη...